Recent News

Read the latest news and stories.

yggryveodb533fcd3b7b577

Μιχάλης Αδάμης: ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΠΑΘΗ

[Με την ευκαιρία της παρουσίασης του έργου ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΠΑΘΗ του Μιχάλη Αδάμη, παραθέτουμε ένα κείμενο του συνθέτη για το έργο].

Τα «Βυζαντινά Πάθη» ολοκληρώθηκαν τον Δεκέμβριο του 1967. Η πρώτη παγκόσμια εκτέλεση δόθηκε στις 10 Απριλίου του 1968, στη Ροτόντα Αγ. Γεωργίου Θεσσαλονίκης από την Πανεπιστημιακή Χορωδία Θεσσαλονίκης υπό την διεύθυνση του Γιάννη Μάντακα. Από τότε το έργο παρουσιάστηκε πολλές φορές στο εσωτερικό και το εξωτερικό.

Η ιδέα της δημιουργίας των Βυζαντινών Παθών υπήρξε το καταστάλαγμα μακρόχρονου προβληματισμού και συγκεκριμένης εργασίας πάνω στο τροπάριο και την ακολουθία που οδήγησαν στην κατανόηση της υφής του τροπαρίου σαν μικρογραφία και στην «ανακάλυψη» της σύνθετης μορφής της ακολουθίας, του πνεύματος που διέπει την οργάνωσή της.

Τα «Βυζαντινά Πάθη» προτείνουν ένα τρόπο νέας αντιμετώπισης των παλιών, γνώριμων ποιητικών και μουσικών στοιχείων της ακολουθίας, σε μεγάλη διάσταση, με σκοπό την ανάδειξη της λειτουργικότητας της μορφής της, της ενότητάς της σε σύνολο με αισθητική συνέπεια.

Χαρακτηριστικό γνώρισμα του τρόπου που αντιμετώπισα και επεξεργάστηκα το τροπάριο, με σκοπό την προβολή της εσωτερικής δομής του, διατηρώντας την αδρή και λιτή γραμμή του, είναι ότι η μελωδία αφήνεται ελεύθερα κι ανάλαφρα, χωρίς να χάνει την ποιότητά της, πάνω σε ένα αρμονικό βάθος που τα συστατικά του πηγάζουν από τη βυζαντινή μελωδική οργάνωση και την παράδοση των ισοκρατημάτων.

Ακόμα, στη γραφή των χορωδιακών μερών του έργου, των τροπαρίων, έχει δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στη διαφοροποίηση των ηχοχρωμάτων, στις αντιθέσεις των ηχητικών επιπέδων, στην κίνηση της κύριας μελωδικής γραμμής από τις διάφορες φωνές και στον ηχητικό όγκο και τις αντιθέσεις του, που πραγματοποιείται με τη χρήση πολλών χορωδιών. Τα ίδια αυτά χαρακτηριστικά, σε μεγάλη κλίμακα, αποτελούν τη βάση της δομής όλου του έργου.

Η γραφή των αφηγηματικών σολιστικών μερών (Ευαγγελιστής, Χριστός…) σ’ ένα ευρέως φάσματος εκκλησιαστικό εκφωνητικό ιδίωμα, καταγραμμένο με αρκετή λεπτομέρεια, έχει μια μορφολογική λειτουργικότητα και εξυπηρετεί μια μουσική αναγκαιότητα προετοιμασίας αλλαγής των ήχων.

Τα τάλαντα, τα σήμαντρα και οι καμπάνες του Αγ. Όρους, ηχογραφημένα και σε μικρό βαθμό επεξεργασίας, χρησιμοποιούνται σαν εισαγωγικά ή ενδιάμεσα μέρη.

Στα τρία μέρη του έργου ιστορείται η προδοσία του Ιούδα, η σύλληψη του Χριστού και η ανάκρισή Του από τους Αρχιερείς και τον Πιλάτο και η Σταύρωση.

Μορφολογικά το έργο υιοθετεί μια τεχνοτροπία που βρίσκεται στους αντίποδες της ευρωπαϊκής «αναπτυξιακής» τέχνης (που ξεκινάει από ένα μουσικό πυρήνα και αναπτύσσοντάς τον ολοκληρώνει τη μουσική σύνθεση). Μια τεχνοτροπία πέρα για πέρα Βυζαντινή, γνωστή τόσο από την οργάνωση της εκκλησιαστικής ακολουθίας. Τεχνοτροπία ψηφιδωτής εικόνας, θα έλεγα, όπου τα διάφορα στοιχεία εξελίσσονται αναδιπλούμενα γύρω από τον εαυτό τους και συνταιριασμένα το ένα δίπλα στ’ άλλο συνθέτουν το σύνολο.

Μ.Α.

Σχετικά με το έργο επίσης δείτε το http://www.musgradthes.gr/Arthra-Kakagianni_Bizantina_Pathi.htm

Σχετικά με τον συνθέτη Μιχάλη Αδάμη δείτε το http://www.adamis.gr/